Κι όμως η Κύπρος ζει σήμερα μια νίκη…


Image

Σε μια από τις πιο δύσκολες μέρες στην Ιστορία της Κύπρου, το πολύπαθο νησί κέρδισε με πολύ μεγάλη υπόθεση. Όχι, βεβαίως, ως προ τα οικονομικά του.
Η μεγάλη νίκη του συνίσταται στο ότι το Εφετείο του Μονάχου αποφάσισε  την επιστροφή στην Εκκλησία της Κύπρου 173 εκκλησιαστικών κειμηλίων (εικόνες, ψηφιδωτά και τοιχογραφίες κ.α.) , που είχε συλήσει μετά την τουρκική εισβολή, από ναούς και μονές στα κατεχόμενα, ο Τούρκος αρχαιοκάπηλος Αϊντίν Ντικμέν. Η υπόθεση πέρασε από πολλούς σκοπέλους πριν τα εκκλησιαστικά έργα τέχνης αποδοθούν και πάλι στην Κυπριακή Δημοκρατία. Εκκρεμούσε επί μια δεκαπενταετία, ο γερμανικός νόμος δεν ήταν και τόσο ξεκάθαρα εναντίον των αρχαιοκαπήλων και ο Ντικμέν ζητούσε «μπαξίσι» 6 εκατομμύρια  ευρώ για να επιστρέψει όσα είχε παράνομα στην κατοχή του!


Ο Γερμανός καθηγητής βυζαντινολογίας, Γιοχάνες Ντέκερ, απέδειξε ότι τα κειμήλια είναι έργα Κυπρίων αγιογράφων. Οι μεγαλύτερες λεηλασίες του Ντικμέν έγιναν στις τοιχογραφίες του ναού του Αγίου Ευφημιανού στη Λύση -που αργότερα αγοράστηκαν από το ίδρυμα Μενίλ στο Τέξας και πέρυσι επιστράφηκαν στην Κύπρο- και  στα επιτοίχια ψηφιδωτά του 6ου αιώνα από τον ναό της Παναγίας Κανακαριάς στη Λυθράγκωμη. Ανάμεσα στα κειμήλια που θα επιστραφούν είναι το περίφημο ψηφιδωτό του Αποστόλου Θωμά από την Κανακαριά, (περίπου 525 μ.Χ,)αγιογραφίες από την Παναγία την Αψινθιώτισσα και τοιχογραφίες από την Παναγία Περγαμιώτισσα. Επίσης, με την απόφαση του Εφετείου ο Ντικμέν πρέπει να επιστρέψει στην Εκκλησία της Κύπρου περίπου 90 χιλιάδες ευρώ, που είχαν κατασχεθεί μαζί με τα κειμήλια στο διαμέρισμά του στο Μόναχο από την Βαυαρική Αστυνομία το 1997.

Το σύνολο των κειμηλίων, που είχαν κατασχεθεί ήταν 232. Εξήντα θα παραμείνουν ακόμη στη Γερμανία, καθώς τα περισσότερα είναι αρχαιότητες και ο Γερμανός καθηγητής δεν ήταν ειδικός να γνωματεύσει, ενώ για κάποιες εικόνες δεν αποφάνθηκε με βεβαιότητα για την προέλευση τους.

Η απόφαση μπορεί να παραπεμθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, αν αυτό δώσει άδεια στον Ντικμέν. Σε αυτή όμως την περίπτωση ο Τούρκος αρχαιοκάπηλος θα πρέπει να καταβάλει εγγύηση περίπου 7,5 εκατ. ευρώ.

Η ανεξέλεγκτη κατάσταση μετά το 1974 στο τουρκοκρατούμενο βόρειο τμήμα της Κύπρου τροφοδότησε την ανάπτυξη δικτύων αρχαιοκαπηλίας που σκοπό είχαν το ξεπούλημα της πολιτιστικής κληρονομιάς της Κύπρου. Η αρχαιοκαπηλία με τη βοήθεια και ενθάρρυνση του τουρκικού στρατού, απέδωσε μεγάλα κέρδη στους εμπλεκομένους, αφού κυπριακοί θησαυροί κοσμούν ήδη ιδιωτικές συλλογές σε πολλές χώρες του κόσμου από την Τουρκία, Ρωσία, Ελβετία, Ολλανδία και Αγγλία μέχρι τις ΗΠΑ, την Αυστραλία και την Ιαπωνία.

Όσα είχαν κατασχεθεί στα χέρια του Ντικμέν ήταν πολύτιμα. Σύμφωνα με την Αντιπροσωπεία της Εκκλησίας της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση, «πρόκειται για έργα που προέρχονται από πενήντα περίπου διαφορετικούς λεηλατημένους ναούς στην τουρκοκρατούμενη Κύπρο, που έχουν πλήρως ταυτιστεί, ενώ δυστυχώς μεγάλο μέρος τους δεν έχει πλήρως ταυτολογηθεί λόγω ελλιπών αρχείων.»

Από τα γνωστά έργα τέχνης ξεχωρίζουν τα τεμάχια ψηφιδωτών του 6ου αιώνα από την Παναγία Κανακαριά, τα σπαράγματα τοιχογραφιών από την Παναγία Αψινθιώτισσα στο Συγχαρί, όπως το κεφάλι του αγίου Ιγνατίου, τα σπαράγματα τοιχογραφιών από το ναό της Παναγίας Περγαμηνιώτισσας στην Ακανθού, που χρονολογούνται στο 12ο αιώνα, τα σπαράγματα τοιχογραφιών από το ναό Αγίας Σολομονής του 9ου αιώνα και τα σπαράγματα τοιχογραφιών από το ναό του Αντιφωνητή (περ. 1200 και τέλη 15ου αι.) καθώς επίσης ένας μεγάλος αριθμός εικόνων και παλαιά χειρόγραφα. «Χωρίς αμφιβολία η έφοδος της Γερμανικής Αστυνομίας στο Μόναχο έγινε πολύ αργά, αφού πιστεύεται ότι τεράστιος αριθμός άλλων θησαυρών είχε ήδη διοχετευτεί στην παράνομη αγορά έργων τέχνης. Στο Δικαστήριο της Βαυαρίας έχουν κατατεθεί ως τεκμήρια τα αρχεία που διατηρούσε ο Τούρκος αρχαιοκάπηλος» σημειώνεται στην ηλεκτρονική σελίδα της Αντιπροσωπείας.  Η λεπτομέρεια με την οποία διατηρούσε τα αρχεία του είναι πρωτοφανής: φωτογραφίες και σκίτσα πριν από την κλοπή των ψηφιδωτών και τοιχογραφιών, κατά τη διάρκεια της αφαίρεσής τους και μετά την αφαίρεσή τους, αλλά και αντίγραφα των ψηφιδωτών με σκοπό την πώλησή τους ως αυθεντικών στο παράνομο εμπόριο αρχαιοτήτων. Τα ψεύτικα πιστοποιητικά που διέθετε αποκλειστικά για τα αντίγραφα αποτελούν επαρκείς ενδείξεις για ένα καλά οργανωμένο έγκλημα.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις